Κυριακή

Επίμονο τηλεγράφημα

Κυνήγησα ένα αστέρι
κοιμήθηκα σε ενα αστέρι
με κάψαν τα φτερά
Ήλιου νεκρού
Τυφλό νερό στα χέρια κρατώ
ποιο θαύμα να ποτίσω ;
Απομεσήμερο
στο πλυντήριο διχάστηκαν οι λεκέδες
τουλάχιστον το άρωμα είναι ευκρινές
Διόρθωσα τα γυαλιά στο μέτωπο
βλέπω καλύτερα την σκονισμένη ουτοπία
Συνήθως τα απογεύματα
ξεγελώ τις λευκές ανταύγειες
που επίμονα φυτρώνουν
όσα χρώματα δοκίμασα
κίβδηλη λάμψη ξερνούσαν
Το βράδυ  
κέρινες οπερέτες διοχετεύουν 
ακτινωτά ύψη
Το καλό πουκάμισο εχει μια τρύπα
και ξηλωμένα δυο κουμπιά
αναθεματισμό  προσκαλεί
ίσως το φορέσω
Αύριο
πάλι θα σου γράφω
για το αστέρι που έκοψε τα χείλη του

mat