Παρασκευή

Εξασθενώ

Σκόρπια φέρετρα
τα στίγματα της λέξης
φορούν στεφάνια
κόκκινης νύχτας
Aντάμα με τον θάνατο απόψε
κερνά τα χείλη του ματαίου
Φωτιά στο δάσος μνήμης άθλιας
με λύκων ουρλιαχτά
ραψωδία
στρώνει τον δρόμο σε άγνωστη μέθη
Ακολουθεί τα χνάρια
χρόνου περασμένου
και γίνεται τύμπανο
υστερικός χορός κλονισμένης στιγμής

Στην Παγωμένη τούντρα της Τσουκόν
γέρνει τα δάχτυλα ο χρόνος
σκάβει στο γέρμα ο ιθαγενής
φορά τομάρι τάρανδου την νύχτα
και εύχεται η προσευχή να φτάσει
σε έναν τόπο που μόνο φως και ήλιος θα την λούζει

Εξασθενώ ...

Θα πεθάνω μια μέρα
σε ένα μέρος τόσο ξένο
Θα σβήσω το φως
και θα αιωρηθώ πάνω από τα γαλάζια παγόβουνα



mat

Πέμπτη

Σάββατο

Η Κατιούσα των επίδοξων ονείρων

Αγαπημένη μου Κατιούσα,

Δεν θα μπορέσω να παρακολουθήσω για άλλη μια φορά την αφήγησή σου
για τα θαύματα της Αγίας Πετρούπολης , είναι τόσες πολλές οι παρουσιάσεις σου,
που θαρρώ πως την έχω ήδη επισκεφθεί.


Μα αγαπητέ μου Ίλιεβιτς, πως μπορείτε να μην ζηλεύετε την θαυμάσια αυτή πόλη που επίδοξοι εραστές φέρουν ακόμη στα χείλη προσδοκώντας την έκθαμβη προσήλωση των ακροατριών;


Ω! Είναι απλό.
Είμαι τόσο γεμάτος από τις δικές μου περιηγήσεις και των φίλων μου, που ακόμη και αν κανένα δρόμο πέρα από την οδό Βιάτσκι (
Vyatskiy) δεν είχα δει, πάλι πλήρης θα αισθανόμουν .

Θυμάσαι εκείνο το πρησμένο ποιητάριο που περιέφερε την δικονομική φαυλότητα παραμάσχαλα στο σκονισμένο χαρτοφύλακα και μας έλεγε πως ήταν αγορασμένος στο μεγάλο νησί, τότε που είχε με την διπλωματική αποστολή παραθερίσει;
Σου είχε τονίσει τόσες φορές εκείνο το εξωτικό ποτό που ήταν λες και το είχες παρασκευάσει εσύ . Λίγο είχε λείψει και θα αποστατούσες για ένα μπουκάλι , τόσο τον θαύμαζες!
Αχ! Φτωχέ Ίλιεβιτς , κάθε άνοιξη θα σε περιμένω στην Αγία των Πόλεων.
Θα σου ταίριαζε ξέρεις ετούτη η λάμψη και η καθαρότητα , ίσως αν κατάφερνες λίγο και να ξέφευγες από τα καλντερίμια σου, να ζωγράφιζες καλλίτερα από εκείνον που κάτι παρδαλές γραμμές σε φανταστική πόλη διαγράφει .
 
Να που σφάλμα διαπράττεις  , έχω βρεθεί στα χρυσά σου πλακόστρωτα αγαπημένη με είχε φέρει ένας μικρός ανεμοστρόβιλος  κι ήταν τότε που σε αντάμωσα καθώς έβγαινες από τον Σταθμό Μόσκοβα και συναντούσες  την χιονισμένη Νιέβφσκι , αριστερά σου το άγαλμα του Πούσκιν εξετάζει τις χιονονιφάδες
και διαλέγει ποιες θα είναι αυτές που θα χορέψουν στο γούνινο καπέλο σου
κι εσύ με βλέμμα πεισματάρικης λατρείας χάιδευες τον λευκό μανδύα στα λιθοστρωμένα βήματα
Ναι μπορώ ακόμη να σε δω να καπνίζεις στον τοίχο της Βλαντιμίρσκαγια
περιμένοντας να τον δεις πριν συναντήσει την Μαρία για να της χαρίσει των σπονδύλων του το φλάουτο.

Και τα δικά μου δάκρυα τα τσιμπούν περιστέρια
μικροί κλέφτες της προδοσίας
για να μην φανεί η θλίψη
μην στάξει και σπαράξει το χιόνι
καθώς τα ράμφη έκαιγαν
και τα φτερά τους


Δημιουργώ σύννεφα πάνω από την τούντρα
για να κρύψω από τα αστέρια
τους ανθρώπινους καταναγκασμούς
έτσι κι αλλιώς έπαψαν εκείνοι ψηλά να κοιτούν
και το νερό της Βαϊκάλης θολό καθώς είναι
κανένα από αυτά δεν δέχεται στις ρυτίδες της
Κουβαλούσα χώμα και χιόνι αιώνων
από κορφή απάτητη , ανατολική
και σφραγισμένες φωνές Κοζάκων
παρίστανα τον θεό
καθώς αίμα έβραζα φρέσκων πόθων
ενώ αγιασμένο λάδι και τριμμένο λιβάνι ανακάτευα
στο υπόγειο της οδού Αντρόνοφσκαγια
Στην ταράτσα του μπλοκ απλωμένα
πονούσαν τα χρώματα
που απ' την ανάμιξη εκείνη γεννιόνταν
τα έψηναν όμως οι στριγκλιές
των εμπορευματικών συρμών καθώς ελιγμούς εκτελούσαν
και ό,τι σβόλος απόμενε, περήφανα αυτοκτονούσε
στις ράγες των αναχωρήσεων.
Η σκόνη εκείνη αποκτώντας τη μνήμη
όλων των σταθμών ήταν η πιο πολύτιμη
αυτή χρησιμοποιώ στις υπογραφές
όπως και τα πινέλα που αγόρασα
στην Αγία Πετρούπολη


mat